Σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για την πορεία της αποκάλυψης των υπευθύνων της τραγωδίας στα Τέμπη το Ινστιτούτο Αλέξη Τσίπρα διοργανώνει ημερίδα με θέμα «Κράτος Δικαίου: Δημοκρατία και Δικαιοσύνη».
Ο πρώην πρωθυπουργός κλείνει με ομιλία του την ημερίδα ανεβάζοντας κατακόρυφα τους τόνους κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της ΝΔ για τον τρόπο που ακόμη και σήμερα, μετά την παλλαϊκή αντίδραση, χειρίζεται κρίσιμες υποθέσεις πληγώνοντας ακόμη περισσότερο το θεσμικό κύρος της Δικαιοσύνης και του πολιτική εξουσίας.
Τρεις προτάσεις
Αναφερόμενος στον πυρήνα της συζήτησης για την εμπιστοσύνη, που είναι η εξάρτηση της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία, αναρωτήθηκε «πώς μπορούμε να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο, χωρίς όμως παράλληλα να δημιουργήσουμε μια εξουσία παντελώς ανέλεγκτη;».
Απαντώντας είπε:
«Πρώτον αναθεωρώντας τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Το δεύτερο που πρέπει να γίνει, χωρίς να περιμένουμε τη Συνταγματική αναθεώρηση, είναι να μειωθεί ο αριθμός των Αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων. Το τρίτο που μπορούμε να δούμε είναι ένα χρονικό όριο από την αφυπηρέτηση μέχρι την αξιοποίηση δικαστών σε Ανεξάρτητες Αρχές, ή άλλες θέσεις, τις οποίες ορίζει η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία».
Αλ. Τσίπρας: Να δούμε πως θα εφαρμόσουμε όσα το Σύνταγμα ήδη προβλέπει
Πριν όμως φτάσουμε στις αλλαγές του Συντάγματος ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε να δούμε πως θα εφαρμόσουμε όσα το Σύνταγμα ήδη προβλέπει ξεκινώντας με το περίφημο νόμο περί ευθύνης υπουργών.
«Όπως γνωρίζετε, ως πρωθυπουργός είχα την τύχη να χειριστώ τις προτάσεις της πλειοψηφίας κατά την έναρξη της τελευταίας Συνταγματικής αναθεώρησης, το 2018.
Και πιστεύω ότι, μεταξύ άλλων, δύο από τις σημαντικότερες αλλαγές που εμείς εισηγηθήκαμε τότε, ήταν αυτή που αφορά στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, προκειμένου να μη διαταράσσεται η πολιτική σταθερότητα,
και αυτή που αφορά στην κατάργηση της απαράδεκτης διάταξης για την σύντομη αποσβεστική προθεσμία, την παραγραφή δηλαδή, για αδικήματα που διαπράττουν υπουργοί.
Στη μεν πρώτη περίσπτωση, η ΝΔ άλλαξε στην ψηφοφορία του 19, το περιεχόμενο της πρότασης, δίνοντας τη δυνατότητα να εκλέγεται ο Πρόεδρος ακόμη και με λιγότερους απο 151 βουλευτές, δείχνοντας ίσως τις προθέσεις της για την πλήρη απαξίωση του θεσμού.
Ανοίγοντας το δρόμο για ένα Πρόεδρο όχι ευρύτερης αποδοχής, αλλά επιστάτη της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Στη δε δεύτερη περίπτωση, κάτω από το βάρος της κοινής γνώμης, άφησε εντέλει τη διάταξη όπως τη προτείναμε.
Και έτσι πέρασε στο Σύνταγμα η κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας για τους υπουργούς.
Και πλέον η δίωξη υπουργών ακολουθεί τους κανονικούς χρόνους παραγραφής που προβλέπει ο ποινικός κώδικας για όλους τους πολίτες,.
Η αλλαγή αυτή του Συντάγματος, απαιτεί και την ψήφιση μετέπειτα, του αντίστοιχου εκτελεστικού νόμου.
Μου κάνει τρομακτική εντύπωση ότι πεντέμισι χρόνια τώρα η κυβέρνηση, ενώ έχει φέρει στη Βουλή εκατοντάδες αλλαγές στη ποινική νομοθεσία, ενώ έχει ψηφίσει άλλους εκτελεστικούς νόμους, δεν έχει τροποποιήσει το νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Και αναρωτιέμαι γιατί ;
Μήπως το ξεχάσανε ;
Μήπως τους διέφυγε ;
Ή μήπως μετά τις υποκλοπές και τα Τέμπη, υπάρχει σκοπιμότητα ;
Δε ξέρω ποιος μπορεί να εισηγείται στον πρωθυπουργό ότι θα υπάρξει ποτέ δικαστής που θα αποφανθεί ότι μπορεί ένας νόμος να υπερβαίνει το Σύνταγμα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν έχει παρά να φέρει άμεσα στη Βουλή προς κύρωση τον εκτελεστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Αλλιώς θα είναι σα να επιβεβαιώνει, όχι μόνο σκοπιμότητα συγκάλυψης αλλά και την ίδια την ενοχή του για τις συγκλονιστικές αυτές υποθέσεις.
Για το ναυάγιο της Πύλου
«Η ίδια κόκκινη γραμμή, χρωματισμένη με το κόκκινο της τραγωδίας, διαπερνά δυστυχώς τη στάση της κυβέρνησης σε όλα τα πεδία όπου αναμετρώνται οι ευθύνες της με την αλήθεια.
Η παγερή σιωπή, η συγκάλυψη, ακόμα και η επίρριψη ευθυνών στα θύματα, είναι το χαρακτηριστικό και του πολύνεκρου ναυαγίου στην Πύλο.
Διεθνείς οργανώσεις και έγκυρα διεθνή μέσα ενημέρωσης ανέδειξαν, με όρους καταγγελίας, τις τεράστιες ευθύνες εκείνων που όφειλαν να διασώσουν τις εκατοντάδες ψυχές που χάθηκαν στη θάλασσα.
Και αντί αυτού αδιαφόρησαν, ή ακόμα χειρότερα συνέβαλαν στην τραγωδία.
Αλλά στην Ελλάδα θεωρήθηκαν όλα καλώς καμωμένα.
Καμιά ευθύνη, καμιά ενοχή, καμιά έκφραση έστω και υποκριτικής συγγνώμης μέχρι σήμερα, από την κυβέρνηση μιας χώρας που επέτρεψε να πνιγεί μαζί με εκατοντάδες αθώους και η δικαιοσύνη.
Μόνο επιθέσεις και βαριές κατηγορίες για ανθελληνισμό σε όσους τόλμησαν να φωνάξουν την αλήθεια.
Ακόμη και σήμερα, που ο αρμόδιος υπουργός από απολογούμενος παριστάνει τον κατήγορο και με θράσος επιτίθεται στον Συνήγορο του Πολίτη, που τόλμησε να πράξει το καθήκον του και να καταγράψει στο πόρισμά του την αλήθεια».
Σφοδρή επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη
«Οργάνωσε τις παρακολουθήσεις προκειμένου να διευρύνει την εξουσία του.
Ενορχήστρωσε το μπάζωμα και τη συγκάλυψη, προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του.
Γιατί, ας μη ξεχνάμε μια κρίσιμη παράμετρο : Μόλις ενάμισι μήνα μετά το έγκλημα των Τεμπών, είχαμε εκλογές.
Αν γίνονταν τότε γνωστά, όσα έχουν αποκαλυφθεί σήμερα, δεν θα τολμούσε κανείς να χαρακτηρίσει το έγκλημα των Τεμπών, απλώς δυστύχημα.
Και η αναζήτηση ευθυνών δε θα διαχέονταν στις διαχρονικές ανεπάρκειες του κράτους και του πολιτικού συστήματος, αλλά στις πολύ συγκεκριμένες ευθύνες της παρούσας κυβέρνησης.
Και αναγκαστικά αυτή η συζήτηση δε θα τελείωνε τις επόμενες ημέρες, αλλά θα έφτανε ως και τη μέρα των εκλογών.
Έπρεπε λοιπόν πάση θυσία να ξεχαστεί.
Για αυτό και οι μπουλντόζες έλαβαν εντολή να μπαζώσουν, το επόμενο κιόλας πρωί.
Για να θάψουν το έγκλημα.
Για να ξεχαστεί.
Και μαζί με τα πειστήρια, μπάζωσαν με ψέματα και fake news και όλο το δρόμο προς τις εκλογές.
Και πράγματι κατάφεραν να τις κερδίσουν.
Η αλήθεια όμως καμιά φορά είναι τόσο πεισματάρα που επιστρέφει παρά τα μπαζώματα, και μάλιστα ισχυρότερη.
Εκεί που δεν το περιμένεις.
Και η κοινωνία επίσης εκεί που δεν το περιμένεις, αντιδρά.
Και αντιδρά σφοδρότερα.
Πολλές φορές και με απρόβλεπτες συνέπειες».
«Αυτό που αβίαστα προκύπτει είναι η επιχείρηση συγκάλυψης»
«Αν όμως η υπόθεση των υποκλοπών, που κακοποίησε το κράτος δικαίου, δεν έδειξε να αγγίζει και τόσο τις ευαίσθητες χορδές των πολιτών, η υπόθεση των Τεμπών, είναι αλλιώς.
Είναι ένα τραύμα ανοικτό που αιμορραγεί.
Πρώτα από όλα για τις δεκάδες οικογένειες των αδικοχαμένων, αλλά και για την ελληνική κοινωνία.
Δεν υπάρχουν λόγια για να αποδοθεί ο πόνος ενός γονιού που χάνει το παιδί του.
Αλλά με κάθε σεβασμό στο πένθος και την οργή των συγγενών, μπορούμε να πούμε ότι η επομένη των Τεμπών είναι και ο πιο αδιάψευστος καθρέφτης της υποκρισίας, του κυνισμού, της καθεστωτικής αδιαφορίας θα έλεγα, για τις ανθρώπινες ζωές.
Και είναι βαρύτατες οι ευθύνες εκείνων που διαχειρίστηκαν μια εθνική τραγωδία με όρους προσωπικής και κομματικής ιδιοτέλειας, κακοποιώντας κάθε έννοια δικαιοσύνης.
Είναι βαρύτατες οι ευθύνες όσων στα ερωτήματα και τις ενστάσεις που διατυπώνονταν, τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, αρκούνταν στην αλαζονική επισήμανση ότι το θέμα έληξε οριστικά με την ευρεία νίκη του κυβερνόντος κόμματος στις εθνικές εκλογές του 23.
Και συνόδευαν την αλαζονεία τους με την ύβρη των επιθέσεων σε όσους επέμεναν να αναζητούν την αλήθεια, ακόμη και στους γονείς των θυμάτων.
Ήταν οι συνομοσιολόγοι, οι τερατουργοί, οι ψεκασμένοι.
Αυτό που σήμερα αβίαστα προκύπτει και στις δυο αυτές περιπτώσεις, είναι ότι ακόμη πιο σκανδαλώδης από τα ίδια τα εγκλήματα, είναι η επιχείρηση συγκάλυψής τους.
Με τον ίδιο μάλιστα, πανομοιότυπο τρόπο.
Στη μια περίπτωση ο πρωθυπουργός έσπευσε να επιρρίψει την ευθύνη στον ανιψιό του, στην άλλη -ακόμη πιο ανώδυνο- στον σταθμάρχη.
Στη μια έδωσε εντολή για μπάζωμα, στην άλλη για καταστροφή όλων των αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΥΠ.
Στη μία περίπτωση αρνιόταν πεισματικά να παραδεχτεί την αλήθεια που γνώριζε, και αναγκάστηκε να το πράξει μόνο όταν έφτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία στη Βουλή.
Στην άλλη, μόνο όταν βγήκαν τα ηχητικά ντοκουμέντα και άρχισαν να βγαίνουν οι εκθέσεις των πραγματογνωμόνων».
Αλ. Τσίπρας: Tο απόστημα αφορά ένα τμήμα της ηγεσίας της Δικαιοσύνης
«Υπάρχουν δικαστές που σέβονται το λειτούργημά τους και προσπαθούν για το καλύτερο.
Το απόστημα αφορά δυστυχώς ένα τμήμα της ηγεσίας της.
Τον Οκτώβρη του 23, όπως μας είπε ο κ. Κουκάκης, όταν οι εισαγγελείς πρωτοδικών έχοντας κάνει μια πολύ ουσιαστική και ποιοτική δουλειά, ήταν έτοιμοι να διασταυρώσουν τη λίστα των θυμάτων του Pretador με τις λίστες των ατόμων που είχε παρακολουθήσει η ΕΥΠ, και να επιβεβαιώσουν την προφανή συνάφεια, παρενέβη η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και τους πήρε την υπόθεση από τα χέρια.
Έπρεπε βλέπετε, η υπόθεση αυτή να πάει σε ασφαλέστερα χέρια.
Και πήγε.
Τώρα ίσως μπορεί κανείς να καταλάβει και να εξηγήσει τον υπερβάλλοντα ζήλο που επέδειξε η κυρία Εισαγγελέας κατά τη διάρκεια της ημερίδας για το κράτος δικαίου, υπο την αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας, όταν στην αίθουσα της Γερουσίας διέπραξα το ατόπημα να ασκήσω κριτική στη δικαιοσύνη για τη συγκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών».
O Αλ. Τσίπρας για «το πρωτοφανές σε έκταση, σκάνδαλο παράνομων παρακολουθήσεων»
«Είχαμε μια Δικαιοσύνη με διαχρονικές παθογένειες, ασθμαίνουσα, που έγινε ακόμη πιο προβληματική. Πιάσαμε επισήμως πάτο στην αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ενώ πετύχαμε και μια ακόμη αρνητική ευρωπαϊκή πρωτιά : Να είμαστε πρωτοπόροι στη χρήση νέων τεχνολογιών, όχι όμως για τη πρόοδο και την ευημερία, όχι για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, αλλά για την παράνομη παρακολούθηση τηλεφωνικών επικοινωνιών.
Αυτό το πρωτοφανές σε έκταση, σκάνδαλο παράνομων παρακολουθήσεων, είχε δυστυχώς ως επίκεντρο το γραφείο του ίδιου του Πρωθυπουργού και έφερε για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση στα όριά της τη θεσμική υπόσταση της Γ’ ελληνικής Δημοκρατίας.
Υπουργοί, δημοσιογράφοι, πολιτικοί αρχηγοί, οικονομικοί παράγοντες και η ηγεσία των Ενόπλων δυνάμεων, υπό παρακολούθηση από τον πρωθυπουργό της χώρας.
Δεν είναι κάτι σύνηθες, ούτε και ανεκτό για μια φιλελεύθερή ευρωπαϊκή δημοκρατία.
Έτσι η χώρα μας καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για παραβιάσεις στο Κράτος Δικαίου.
Το χειρότερο όμως είναι ότι στην Ελλάδα «δεν άνοιξε μύτη».
Όλα συνεχίζονται κανονικά.
Και δυόμισι χρόνια μετά, όχι μόνο δεν ασκήθηκε καμία ποινική δίωξη σε κυβερνητικά στελέχη, αλλά η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιμένει να προκαλεί την κοινή λογική».
Αλ. Τσίπρας: Η κρίση εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη πιάνει ιστορικό ρεκορ
«Η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας δεν εμπιστεύεται τους βασικούς θεσμούς της δημοκρατίας.
Την κυβέρνηση, τα κόμματα, το κοινοβούλιο.
Και θεωρεί ότι η ελληνική δικαιοσύνη είναι πολιτικά και οικονομικά ελεγχόμενη.
Η δε κρίση εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη πιάνει ιστορικό ρεκορ και ανεβαίνει δέκα ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε τρία χρόνια, προφανώς εξαιτίας των χειρισμών κυβέρνησης και δικαστικής ηγεσίας, στις κρίσιμες υποθέσεις των υποκλοπών και των Τεμπών.
Για τις οποίες το 72% και το 74% αντιστοίχως, θεωρούν ότι υπάρχει σαφής απόπειρα συγκάλυψης από τη πλευρά της κυβέρνησης.
Αυτοί οι χειρισμοί όμως δεν προέκυψαν από το πουθενά.
Δεν είναι τυχαίοι.
Ο πρωθυπουργός επέλεξε να παρακολουθεί πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, οικονομικούς παράγοντες και το μισό υπουργικό συμβούλιο.
Γιατί η κατοχή της πληροφορίας στις μέρες μας είναι κατοχή εξουσίας.
Η κυβέρνηση επέλεξε να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στα ΜΜΕ με διάφορους τρόπους, από τους οποίους ο εντιμότερος ήταν η κατά το δοκούν χρηματοδότησή τους με κρατικό χρήμα.
Γιατί ο έλεγχος της ενημέρωσης στις μέρες μας σημαίνει ανεξέλεγκη εξουσία.
Η κυβέρνηση επέλεξε, επίσης, τη τακτική της συγκάλυψης σε όλες τις κρίσιμες υποθέσεις, όπου συνελήφθη ψευδόμενη.
Από την υπόθεση των υποκλοπών ως την υπόθεση της Πύλου και των Τεμπών».
Ο Αλ. Τσίπρας για τη νέα διεθνής πραγματικότητα
«Βλέπουμε με την επανεκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, πόσο αμφισβητείται πλέον η χρησιμότητα του Διεθνούς δικαίου, ως κανονιστικού πλαισίου επίλυσης διεθνών διαφορών.
Και πώς τη θέση του παίρνει ένας και μόνο κανόνας : Το δίκιο του ισχυρού.
Όταν με πολύ ξεκάθαρο τρόπο, η νέα αμερικανική ηγεσία δηλώνει ότι είναι διατεθειμένη να παραβιάσει τα σύνορα άλλων χωρών και να εμπλακεί στα εσωτερικά και στις εκλογές τους. Υπονομεύοντας εκλεγμένες κυβερνήσεις και στηρίζοντας ακροδεξιά κόμματα.
Καθοδηγούμενη μάλιστα, επισήμως, από τα επιχειρηματικά συμφέροντα δισεκατομμυριούχων που ελέγχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και θεσπίζουν ολοένα και λιγότερους ελέγχους για την αντιμετώπιση των fake news.
Αυτή είναι η νέα διεθνής πραγματικότητα.
Και πολύ φοβάμαι ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας πολύ σκοτεινής εποχής.
Και έχει σημασία αυτή τη δυστοπική πραγματικότητα να μην την αγνοήσουμε.
Να μας προβληματίσει και να μας διεγείρει.
Γιατί αν αποδεχθούμε το δίκαιο του ισχυρού στις διεθνείς σχέσεις, θα το αποδεχτούμε και στις χώρες μας, στις κοινωνίες μας, στη ζωή μας.
Θα αποδεχθούμε η δημοκρατία και η δικαιοσύνη να καταληφθούν από ολιγάρχες και μεγάλα συμφέροντα.
Θα αποδεχθούμε οι κυβερνήσεις να ελέγχουν την ενημέρωση, τη δικαιοσύνη, τις ζωές μας.
Και αυτός είναι ένας επιπρόσθετος λόγος να αγωνιούμε, τόσο για το διεθνές δίκαιο, όσο και για το κράτος δικαίου σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο».
Αλ. Τσίπρας: Ξέσπασμα δημοκρατίας
«Ομολογώ ότι εδώ και καιρό προγραμματίζαμε αυτή την ημερίδα, δεν είχαμε ωστόσο υπολογίσει την εφιαλτική της επικαιρότητά, μετά τις συγκλονιστικές νέες αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών.
Κυρίως όμως δεν είχαμε προβλέψει αυτό το απίστευτο ξέσπασμα των πολιτών απέναντι στη πνιγηρή ατμόσφαιρα της συγκάλυψης.
Ένα ξέσπασμα δημοκρατίας, που κάνει τη συζήτησή μας ακόμη πιο επίκαιρη αλλά και την ανάγκη να δώσουμε απαντήσεις στο αίτημα των πολιτών για οξυγόνο στη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία, ακόμη πιο επιτακτική».
www.in.gr