Αρνητικά μηνύματα για την πορεία των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος τον Σεπτέμβριο στέλνει ο Αύγουστος.
Τις πρώτες έξι ημέρες του μήνα και χωρίς να συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, η μέση τιμή στη χονδρεμπορική αγορά διαμορφώνεται στα υψηλά επίπεδα των 128,98
ευρώ, που είναι και τα υψηλότερα σε όλη την Ευρώπη, ακόμη και από την παραδοσιακά ακριβή αγορά της Ιταλίας, όπου η τιμή της μεγαβατώρας διαμορφώνεται
στα 123 ευρώ.
Χθες η μέση τιμή στην ελληνική αγορά διαμορφώθηκε στα υψηλά των 143,65 ευρώ/μεγαβατώρα, με τη μέγιστη τιμή να φτάνει στα 313,14 ευρώ τις βραδινές ώρες,
ενώ για σήμερα, μετά μια μικρή υποχώρηση, έπεσε στα 131,27 ευρώ, επίπεδα διπλάσια από την τιμή της Γαλλίας (43,61 ευρώ/μεγαβατώρα) και πολύ πάνω από την
τιμή του Βελγίου (66,01 ευρώ/μεγαβατώρα) και της Γερμανίας (86,98 ευρώ/μεγαβατώρα).
Υψηλότερα από την Ελλάδα κινήθηκαν οι τιμές στην Ιταλία (139 ευρώ/μεγαβατώρα) και στις βαλκανικές αγορές Σερβίας, Αλβανίας, Κοσόβου, ενώ στη
διασυνδεδεμένη αγορά της Βουλγαρίας η τιμή είναι σήμερα στα 122,27 ευρώ/μεγαβατώρα.
Ηλεκτρικό ρεύμα: Κάτω από τα 15 λεπτά η κιλοβατώρα – Πώς διαμορφώνονται τα τιμολόγια του Αυγούστου
Στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής σήμερα την πρώτη θέση κατέχει το φυσικό αέριο με μερίδιο 36,3%. Ακολουθούν οι ΑΠΕ με 29%, οι εισαγωγές με 18,3%, ο λιγνίτης με 6,6% και τα υδροηλεκτρικά με 5,7%.
Θετική εξέλιξη αποτελεί προς το παρόν η αναστροφή της ανοδικής πορείας της τιμής του φυσικού αερίου στον ολλανδικό κόμβο.
Η υψηλή διακύμανση της τιμής στην ελληνική αγορά προκαλεί ερωτήματα, καθώς δεν συντρέχουν στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης
παράγοντες που να δικαιολογούν αυτή την τάση, όπως συνέβη τον Ιούλιο, με παράγοντες της αγοράς να τη συνδέουν εν μέρει με τον φόρο 10 ευρώ/μεγαβατώρα, που επιβλήθηκε με νομοθετική ρύθμιση στο φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή.
Η πλευρά των ηλεκτροπαραγωγών άλλωστε είχε επισημάνει στις αρμόδιες αρχές ότι ο έκτακτος φόρος θα επιβαρύνει το κόστος λειτουργίας των μονάδων φυσικού
αερίου και θα οδηγήσει τελικά σε αυξήσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση κατά 10 ευρώ στην τιμή της θερμικής μεγαβατώρας του φυσικού αερίου
μεταφράζεται σε 20 ευρώ για την ηλεκτρική μεγαβατώρα.
Αβεβαιότητα ξανά στον κλάδο ενέργειας λόγω Μέσης Ανατολής
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, πάντως, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσα στο Σαββατοκύριακο επανήλθε στις τιμές ρεύματος και
στα «ουρανοκατέβατα κέρδη» και προανήγγειλε ότι η κυβέρνηση θα δώσει μάχη στις Βρυξέλλες για το θέμα, το οποίο, όπως σημείωσε, προκαλείται σε μεγάλο
βαθμό από ατέλειες στην ευρωπαϊκή κοινή αγορά ενέργειας.
Αναφέρθηκε στις επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος λέγοντας χαρακτηριστικά: «Αυτός είναι και ο τρόπος που θα αντιμετωπίζουμε κάθε φορά υπέρμετρες
διακυμάνσεις στις τιμές ενέργειας που προκαλούνται στις ξένες αγορές και επηρεάζουν και τη χώρα μας». Επίσης, στέλνοντας έμμεσο μήνυμα στους
ηλεκτροπαραγωγούς τόνισε ότι «δεν πρόκειται να ανεχθούμε “ουρανοκατέβατα κέρδη” που καταλήγουν στις τσέπες επιχειρήσεων και ανεβάζουν τεχνητά τους
λογαριασμούς ενέργειας των καταναλωτών».
Θετική εξέλιξη αποτελεί προς το παρόν η αναστροφή της ανοδικής πορείας της τιμής του φυσικού αερίου στον ολλανδικό κόμβο χθες, μετά την άνοδο που είχε
πυροδοτήσει τις προηγούμενες ημέρες η νέα κρίση στη Μέση Ανατολή.
Η τιμή του φυσικού αερίου στο ΤΤF υποχώρησε χθες κάτω από τα 36 ευρώ/μεγαβατώρα για τα προθεσμιακά συμβόλαια του Σεπτεμβρίου και για τα προθεσμιακά
του Νοεμβρίου κάτω από τα 40 ευρώ/μεγαβατώρα.
Πτωτικά κινούνται και οι τιμές στα πετρέλαιο Βrent (κοντά στα 76 δολάρια το βαρέλι) καθώς οι φόβοι για ύφεση στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον κορυφαίο
καταναλωτή πετρελαίου στον κόσμο, αντιστάθμισαν τις ανησυχίες ότι η κλιμάκωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή μπορεί να επηρεάσει τις προμήθειες
πετρελαίου. Τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία σε όλο τον κόσμο επιβάρυναν τις τιμές του πετρελαίου, λόγω των ανησυχιών ότι μια υποτονική παγκόσμια οικονομική
ανάκαμψη θα μειώσει την κατανάλωση καυσίμων.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα έδειξαν ότι η αμερικανική οικονομία προσέθεσε λιγότερες θέσεις εργασίας από ό,τι αναμενόταν τον
περασμένο μήνα, ενώ τα εργοστάσια στις ΗΠΑ, στην Κίνα και στην Ευρώπη αντιμετώπισαν μια χλιαρή ζήτηση.